skip to Main Content
ΣΤΕΦΑΝΑΤΟΣ ΗΛΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2024

Παραγωγικότητα στην Ελλάδα: Μια ολοκληρωμένη ανάλυση και η πορεία προς τα εμπρός

Η Ελλάδα έχει αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις τα τελευταία χρόνια, από την πανδημία του COVID-19 έως τις γεωπολιτικές συγκρούσεις όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία. Αυτές οι παγκόσμιες κρίσεις, σε συνδυασμό με μακροχρόνια εσωτερικά ζητήματα, όπως το υψηλό χρέος και τα χαμηλά ποσοστά απασχόλησης, έχουν επηρεάσει σημαντικά την παραγωγικότητα του έθνους. Ωστόσο, η Ετήσια Έκθεση 2024 του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας της Ελλάδος επισημαίνει κρίσιμες τάσεις, πλεονεκτήματα και αδυναμίες στο οικονομικό τοπίο της χώρας, παρέχοντας έναν οδικό χάρτη για βελτίωση.

Μελετώντας την ετήσια έκθεση παραγωγικότητας του ΚΕΠΕ, για το 2023, μπορούμε να έχουμε μια καθαρή και ολοκληρωμένη εικόνα του παραγωγικού μοντέλου της χώρας και της απόδοσης αυτού παραθέτοντας τα πιο κύρια ευρήματα, αίτια αλλά και λύσεις για την ανάπτυξη της παραγωγικότητας μας.

Βασικά ευρήματα

Οικονομική Ανάπτυξη και Δημοσιονομική Πειθαρχία

Θετική ανάπτυξη του ΑΕΠ:

Το ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 2% το 2023, καταλαμβάνοντας την 7η υψηλότερη θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Αυτή η ανάπτυξη οφείλεται κυρίως στην αύξηση των φορολογικών εσόδων και της ιδιωτικής κατανάλωσης και λιγότερο λόγο των επενδύσεων.

Αιτία: Η μικρή μείωση της ανεργίας και η αύξηση των ωρών εργασίας, συνέβαλαν στην ανάπτυξη αυτή.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Η παραγωγικότητα πρέπει να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο στη διατήρηση της ανάπτυξης, αντί να βασίζεται κυρίως στην κατανάλωση και τα φορολογικά έσοδα.

Μείωση χρέους:

Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε κατά πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες στο 161,9%, επιδεικνύοντας ισχυρή δημοσιονομική πειθαρχία.

Αιτία: Αποτελεσματικές στρατηγικές δημόσιου δανεισμού και πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Απαιτούνται περαιτέρω μειώσεις για την ευθυγράμμιση με τους μέσους όρους της ΕΕ, διασφαλίζοντας τη δημοσιονομική σταθερότητα.

Παραγωγικότητα Εργασίας

Αύξηση χαμηλής παραγωγικότητας εργασίας:

Η παραγωγικότητα ανά ώρα εργασίας αυξήθηκε μόνο κατά 0,3%, αναδεικνύοντας την αναποτελεσματικότητα του παραγωγικού μας μοντέλου και μοντέλου εργασίας.

Αιτία: Η αύξηση αυτή εστιάστηκε σε τομείς χαμηλών μισθών και περιορισμένης καινοτομίας σε βασικούς κλάδους της εργασίας.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Βελτίωση της κατάρτισης δεξιοτήτων, προώθηση της καινοτομίας στο χώρο εργασίας και αύξηση της υιοθέτησης της τεχνολογίας.

Πτώση Βιομηχανικού Τομέα:

Η βιομηχανική παραγωγικότητα μειώθηκε κατά 8% το 2023 λόγω της υψηλότερης εισροής εργασίας αλλά και της μειωμένης δημιουργίας επιπρόσθετης αξίας.

Αιτία: Ανεπαρκής χρήση των πόρων και έλλειψη εκσυγχρονισμού.

Τι χρειάζεται να βελτιωθεί: Εισαγωγή κινήτρων για τεχνολογικές αναβαθμίσεις και εξορθολογισμός των βιομηχανικών λειτουργιών.

Ανταγωνιστικότητα και αποδοτικότητα κόστους

Κέρδη ανταγωνιστικότητας κόστους:

Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος παραμένει χαμηλό σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες της ΕΕ, ενώ η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2010.

Αιτία: Περιορισμός των μισθών και βελτιώσεις στη λειτουργική απόδοση.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Μετάβαση πέρα από την ανταγωνιστικότητα βάσει κόστους αλλά εστίαση στην παραγωγή και τις εξαγωγές προστιθέμενης αξίας.

Εμπορικό Υσοζύγιο:

Το εμπορικό έλλειμμα παραμένει, με τις εισαγωγές στο 37,5% και τις εξαγωγές στο 22,6% του ΑΕΠ. Αιτία: Μεγάλη εξάρτηση από εισαγόμενα αγαθά για βιομηχανικές και καταναλωτικές ανάγκες.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Ενίσχυση των ικανοτήτων εγχώριας παραγωγής για τη μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές.

Ψηφιακά και Τεχνολογικά Κενά

Υστερούσα Ψηφιακή Ανταγωνιστικότητα:

Η Ελλάδα κατέχει την 25η θέση στην ψηφιακή ανταγωνιστικότητα μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Αιτία: Περιορισμένη υιοθέτηση ψηφιακών εργαλείων και χαμηλή επένδυση στην τεχνολογία.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, με επίκεντρο την τεχνητή νοημοσύνη και την ψηφιοποίηση του διασυνοριακού εμπορίου.

Αναποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος:

Οι νομικές διαδικασίες της Ελλάδας είναι από τις πιο αργές στην ΕΕ, παρεμποδίζοντας την επιχειρηματική αποτελεσματικότητα.

Αιτία: Ξεπερασμένες διαδικασίες και ελάχιστη ψηφιακή ενσωμάτωση.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Εφαρμογή εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης, ηλεκτρονικής διαχείρισης υποθέσεων και βελτιωμένων διαδικασιών για τη βελτίωση της δικαστικής αποτελεσματικότητας.

Εκπαίδευση και Ανάπτυξη Εργατικού Δυναμικού

Αναντιστοιχία δεξιοτήτων:

Η παραγωγή του εκπαιδευτικού συστήματος δεν ευθυγραμμίζεται με τις ανάγκες της βιομηχανίας, ιδιαίτερα στους τομείς STEM ( Επιστήμες, Τεχνικά, Μαθηματικά, Ηλεκτρονικά )

Αιτία: Ξεπερασμένα προγράμματα σπουδών και περιορισμένη συνεργασία μεταξύ ακαδημαϊκού κόσμου και βιομηχανίας.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Μεταρρυθμίσεις στα εκπαιδευτικά προγράμματα για να επικεντρωθούν στις δεξιότητες STEM, στην κριτική σκέψη και τις βιομηχανικές συνεργασίες.

Απώλειες μάθησης που οφείλονται στην πανδημία:

Οι Έλληνες μαθητές έχασαν σημαντικό έδαφος κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ιδιαίτερα στα μαθηματικά και τις θετικές επιστήμες.

Αιτία: Ανεπαρκής υποδομή εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Τι πρέπει να βελτιωθεί: Ενίσχυση των δυνατοτήτων εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και προώθηση συνεργατικών περιβαλλόντων σχολείου- οικογένειας.

Περιφερειακές και ΜΜΕ προκλήσεις

Ανισότητες αστικής παραγωγικότητας:

Η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη σημείωσαν μείωση της παραγωγικότητας κατά 23% και 21% (2010–2020), από τις χειρότερες στην ΕΕ με τα δύο αυτά αστικά κέντρα να αποτελούν το 60% του γενικού πληθυσμού.

Αιτία: Υπερσυγκέντρωση και έλλειψη στοχευμένων περιφερειακών πολιτικών.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Ανάπτυξη στρατηγικών για συγκεκριμένες περιφέρειες για την τόνωση των τοπικών οικονομιών και τη διαφοροποίηση της αστικής παραγωγικότητας.

Μειωμένη παραγωγικότητα των ΜΜΕ:

Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) παρουσίασαν πτώση παραγωγικότητας 20% από το 2009. Αιτία: Περιορισμένη πρόσβαση σε κεφάλαια και ανεπαρκής υιοθέτηση προηγμένων τεχνολογιών.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Παροχή οικονομικών κινήτρων και τεχνικής υποστήριξης για τον εκσυγχρονισμό των ΜΜΕ, ιδίως σε τομείς υψηλής τεχνολογίας.

Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ)

Ενώ οι ροές ΑΞΕ αυξήθηκαν, παραμένουν συγκεντρωμένες σε μη παραγωγικούς τομείς όπως τα ακίνητα. Αιτία: Πολύπλοκη γραφειοκρατία και έλλειψη εστίασης σε παραγωγικούς τομείς.

Τι πρέπει να βελτιωθεί: Απλοποίηση διοικητικών διαδικασιών και παροχή κινήτρων για επενδύσεις στην τεχνολογία, τη μεταποίηση και τις πράσινες βιομηχανίες.

Συστάσεις για τη βελτίωση της παραγωγικότητας

Βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας:

Επενδύσεις στην κατάρτιση δεξιοτήτων, ιδιαίτερα για βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας. Προώθηση της καινοτομίας στο χώρο εργασίας και της υιοθέτησης τεχνολογίας.

Μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων:

Εφαρμογή στοχευμένων πολιτικών για την αναζωογόνηση της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Υποστήριξη περιφερειακών βιομηχανικών κόμβων και ανάπτυξης υποδομών.

Ενίσχυση της Εγχώριας Παραγωγής:

Ενθάρρυνση της τοπικής παραγωγής, Πρωτογενούς και Δευτερογενούς τομέα για μείωση στην εξάρτηση από τις εισαγωγές.

Παροχή επιχορηγήσεων και επιδοτήσεων για ΜΜΕ για τον εκσυγχρονισμό των δραστηριοτήτων.

Επιτάχυνση ψηφιακού μετασχηματισμού:

Επενδύσεις σε τεχνητή νοημοσύνη, μεγάλα δεδομένα και διασυνοριακά εργαλεία ψηφιακού εμπορίου. Ψηφιοποίηση των δικαστικών και διοικητικών συστημάτων για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας.

Ενίσχυση της εκπαίδευσης και της ευθυγράμμισης του εργατικού δυναμικού:

Μεταρρύθμιση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων για την κάλυψη των σύγχρονων αναγκών της βιομηχανίας.

Δημιουργία συνεργασιών μεταξύ επιχειρήσεων και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων για την ευθυγράμμιση των προγραμμάτων κατάρτισης με τις απαιτήσεις της αγοράς.

Προσέλκυση παραγωγικών ΑΞΕ:

Απλοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών για την προσέλκυση επενδυτών.

Επικέντρωση στην πράσινη ενέργεια, στην προηγμένη παραγωγή και σε τομείς που βασίζονται στην τεχνολογία.

Υποστήριξη ανάπτυξης με εξαγωγικό προσανατολισμό:

Ανάπτυξη ανταγωνιστικών εξαγωγικών στρατηγικών σε βιομηχανίες υψηλής αξίας όπως γεωργίας κλπ. Βελτίωση στην ενσωμάτωση σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας.

Διατήρηση δημοσιονομικής πειθαρχίας:

Συνέχιση της μείωσης του δημόσιου χρέους, δίνοντας προτεραιότητα στις δαπάνες που είναι προσανατολισμένες στην ανάπτυξη.

Σύνοψη

Οι πρόσφατες οικονομικές επιδόσεις της Ελλάδας δείχνουν μεν μια κάποια ανθεκτικότητα, πολύ εύθραυστη δε, απέναντι στις προκλήσεις, με αγκάθι την παραγωγικότητα που παραμένει ένας κρίσιμος αδύναμος κρίκος. Η αντιμετώπιση των διαρθρωτικών παθογενειών, η ενίσχυση της παραγωγικότητας της εργασίας και του κεφαλαίου και η επιτάχυνση των ψηφιακών και εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων θα είναι ουσιαστικής σημασίας για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Εφαρμόζοντας στοχευμένες πολιτικές και ενισχύοντας την καινοτομία, η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει μια πιο ανταγωνιστική και χωρίς αποκλεισμούς οικονομία, διασφαλίζοντας μακροπρόθεσμη ευημερία για τους πολίτες της.

 

 

Ηλίας Στεφανάτος Πλοίαρχος Α΄

Πηγή: ΚΕΠΕ

ΔΟΥΛΕΥΟΥΜΕ ΠΑΡΑΠΑΝΩ, ΞΟΔΕΥΟΥΜΕ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΑΛΛΑ ΜΙΣΘΟΙ ΚΑΤΩ ΤΟΥ ΜΕΣΟΥ ΟΡΟΥ ΤΗΣ ΕΕ….

NPB Annual Report 2024 coverΟι διαδοχικές κρίσεις των τελευταίων ετών, από την πανδημία COVID-19 μέχρι τις συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, έχουν ασκήσει σημαντικές πιέσεις στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Τα μέτρα πολιτικής για τη βελτίωση της παραγωγικότητας θεωρούνται ζωτικής σημασίας για την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την αναβάθμιση του επιπέδου διαβίωσης και επιχειρηματικής δραστηριότητας. Εκτός από τις διεθνείς κρίσεις, η Ελλάδα αντιμετωπίζει μακροχρόνιες αδυναμίες, όπως το υψηλό χρέος και το χαμηλό ποσοστό απασχόλησης, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτά τα προβλήματα συνδυάζονται με επιπλέον προκλήσεις για μεταρρυθμίσεις, τη μείωση του κόστους της ενεργειακής μετάβασης, την ανάγκη αναβάθμισης των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, καθώς και την αντιμετώπιση συχνών και σοβαρών φυσικών καταστροφών, όπως πυρκαγιές και πλημμύρες. Οι επενδύσεις και οι μεταρρυθμίσεις που στοχεύουν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την προώθηση της διπλής μετάβασης, διατηρώντας παράλληλα μια συνετή δημοσιονομική διαχείριση, αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά της πορείας προς τα εμπρός.

Παρόλο που πολλές χώρες της ΕΕ έχουν εισέλθει σε μια περίοδο παρατεταμένης στασιμότητας, το ΑΕΠ της Ελλάδας το 2023 αυξήθηκε κατά 2%, καταλαμβάνοντας την 7η υψηλότερη θέση στην ΕΕ, οι ώρες εργασίας αυξήθηκαν κατά 1,7%, η απασχόληση κατά 1% και το φυσικό κεφάλαιο κατά 0,35%. Συνεπώς, η παραγωγικότητα εργασίας ως προς τις ώρες εργασίας βελτιώθηκε κατά 0,3%, ενώ ως προς τους απασχολούμενους βελτιώθηκε κατά 1%. Η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής αυξήθηκε 2,9%, χρησιμοποιώντας τις ώρες εργασίας ως εισροή εργασίας, και 3,8%, χρησιμοποιώντας την απασχόληση ως εισροή εργασίας. Η πλειονότητα της αύξησης του κατά κεφαλήν προϊόντος αποδίδεται στη χρήση της εργασίας (2,1%), λόγω της μείωσης της ανεργίας και της αύξησης του μέσου όρου των ωρών εργασίας, ενώ η παραγωγικότητα εργασίας συνέβαλε μόνο κατά 0,3%, υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι, από το 2008, ο ρόλος της παραγωγικότητας εργασίας στη στήριξη του κατά κεφαλήν προϊόντος έχει μειωθεί. Η αρνητική επίδραση της έντασης κεφαλαίου αντισταθμίστηκε μόνο οριακά από τη συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής. Ωστόσο, η παραγωγικότητα του κεφαλαίου αυξήθηκε κατά 1,8% το 2023, δείχνοντας ότι οι επιχειρήσεις έχουν γίνει αποδοτικότερες στη χρήση των πόρων τους σε σύγκριση με το παρελθόν.

Ο κύριος μοχλός μεγέθυνσης του ΑΕΠ συνεχίζει να είναι η ιδιωτική κατανάλωση των νοικοκυριών. Οι επενδύσεις αποτελούν τον δεύτερο σημαντικότερο παράγοντα που συμβάλλει στην ανάπτυξη, ενώ η μειωμένη επίδραση των δημόσιων δαπανών το 2023 αντισταθμίστηκε από μια αρνητική επίδραση ίσου μεγέθους στο εμπορικό ισοζύγιο (αγαθών και υπηρεσιών). Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έφτασε στο -6,3% του ΑΕΠ το 2023, παρουσιάζοντας αξιοσημείωτη βελτίωση κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2022. Το ισοζύγιο υπηρεσιών (αγαθών) αυξήθηκε κατά 0,5 (4,4) ποσοστιαίες μονάδες, φτάνοντας στο 9,9% (-14,7%) του ΑΕΠ. Το ίδιο έτος, οι εξαγωγές της Ελλάδας ανήλθαν στο 22,6%, ενώ οι εισαγωγές στο 37,5% του ονομαστικού ΑΕΠ. Αυτό το εξωτερικό έλλειμμα οφείλεται στο γεγονός ότι οι αυξήσεις στις επενδύσεις και την κατανάλωση συνδέονται στενά με περισσότερες εισαγωγές, ως άμεσο αποτέλεσμα της παραγωγικής δομής της ελληνικής οικονομίας, καθώς ένα σημαντικό μέρος των κεφαλαιουχικών αγαθών που απαιτούνται για διάφορους βιομηχανικούς σκοπούς είναι εισαγόμενο.

Σε σύγκριση με το 2022, ο καθαρός δανεισμός της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε στο 1,6% του ΑΕΠ, σημαντικά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ, που βρίσκεται στο 3,5%. Επιπλέον, το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν θετικό, ενώ συνολικά η δημοσιονομική πειθαρχία οδήγησε σε αξιοσημείωτη μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ κατά περισσότερες από 10 ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε ένα έτος, φτάνοντας το 161,9% του ΑΕΠ το 2023, και κατά περισσότερες από 45 ποσοστιαίες μονάδες από το 2020. Παρ’ όλα αυτά, τα ελλείμματα του εμπορικού ισοζυγίου επηρεάζουν τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, απειλώντας τη σταθερότητα των δημοσιονομικών δεικτών, καθώς το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών συμβάλλει στα δίδυμα ελλείμματα. Παράλληλα, οι βιομηχανικές δραστηριότητες παρουσίασαν τη μεγαλύτερη πτώση στην παραγωγικότητα της εργασίας (σχεδόν -8%) το 2023, λόγω σημαντικών αυξήσεων στην εισροή εργασίας και μειώσεων στην προστιθέμενη αξία.

Σε επίπεδο μητροπολιτικών περιφερειών, οι λειτουργικές αστικές περιοχές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης παρουσίασαν τη μεγαλύτερη μείωση στην παραγωγικότητα εργασίας (κατά -23% και -21%, αντίστοιχα), σε σύγκριση με όλες τις άλλες λειτουργικές αστικές περιοχές της ΕΕ (εκτός του Groningen) κατά την περίοδο 2010-2020. Αυτό το αποτέλεσμα υπογραμμίζει την ανάγκη εφαρμογής τοπικά στοχευμένων πολιτικών για την αξιοποίηση των οικονομιών συσσώρευσης, και την αντιμετώπιση της έλλειψης δυναμισμού, των προκλήσεων της διπλής μετάβασης και του διευρυμένου χάσματος παραγωγικότητας μεταξύ των περιφερειών της ΕΕ. Επιπλέον, ενώ τα κέρδη παραγωγικότητας φαίνεται να συγκεντρώνονται δυσανάλογα σε μικρές επιχειρήσεις, καθώς οι μεγάλες επιχειρήσεις δεν συμβάλλουν ενεργά στη δημιουργία αξίας, η παραγωγικότητα εργασίας των πολύ μικρών επιχειρήσεων στην Ελλάδα έχει μειωθεί σημαντικά· η μείωση αυτή έφτασε το -20% μεταξύ 2009-2023 στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας και έντασης γνώσης.

Όσον αφορά στην ανταγωνιστικότητα κόστους της Ελλάδας, η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία έφτασε στο χαμηλότερο επίπεδο σε ολόκληρη την περίοδο από το 2010 έως το 2023. Το ονομαστικό μοναδιαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα κατέγραψε την τέταρτη χαμηλότερη αύξηση μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ, με μόνο τη Δανία, τη Μάλτα και την Ιταλία να παρουσιάζουν μικρότερες αυξήσεις, ενώ το σχετικό μοναδιαίο κόστος εργασίας μειώθηκε κατά 1,6 ποσοστιαίες μονάδες το 2023, σε σχέση με το 2022, καταγράφοντας την πέμπτη μεγαλύτερη μείωση μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ.

Κατά την περίοδο 2018-2020, η συμμετοχή της Ελλάδας στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, ως προς τις κάθετες διασυνδέσεις, παρέμεινε άνω του μέσου όρου της ΕΕ, δείχνοντας την αυξημένη εξάρτηση της χώρας από εισαγόμενες εισροές για παραγωγή εξαγόμενων αγαθών ή υπηρεσιών, συγκριτικά με άλλες χώρες της ΕΕ, ιδιαίτερα σε τομείς υψηλής παραγωγικότητας, όπως η μεταποίηση. Επιπλέον, η Ελλάδα υπερβαίνει τον μέσο όρο της ΕΕ και στις έξι βασικές διαστάσεις του Δείκτη Επίδοσης Εφοδιαστικής Αλυσίδας, με εξαίρεση τον δείκτη των Τελωνείων, ενώ από το 2018 έχει βελτιώσει τις βαθμολογίες και τις κατατάξεις της σε όλες τις έξι βασικές διαστάσεις. Το γεγονός αυτό δείχνει την πρόοδο της χώρας στην ενίσχυση των δυνατοτήτων της στον τομέα της εφοδιαστικής. Για την περαιτέρω διευκόλυνση του διεθνούς εμπορίου, η Ελλάδα θα πρέπει να δώσει έμφαση στις ψηφιοποιημένες υπηρεσίες διασυνοριακού εμπορίου, βελτιώνοντας τις ηλεκτρονικές συναλλαγές και την αναγνώριση δεδομένων και νομικών εγγράφων που σχετίζονται με το εμπόριο πέρα από τα σύνορα.

Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 25η θέση (λίγο πάνω από τη Βουλγαρία) μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ (εκτός Μάλτας) όσον αφορά στην ψηφιακή ανταγωνιστικότητα. Το γεγονός αυτό υποδεικνύει την ανάγκη επιτάχυνσης της ψηφιακής μετάβασης για ουσιαστική σύγκλιση με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σύμφωνα με την έκδοση του 2024 του Institute for Management Development (IMD), η οικονομική επίδοση καθώς και η κυβερνητική αποτελεσματικότητα της Ελλάδας κατατάσσονται πολύ χαμηλά, δηλαδή, στην 52η θέση μεταξύ 67 χωρών, ενώ εντός της ΕΕ (εκτός Μάλτας) βρίσκονται στην 23η και 22η θέση, αντίστοιχα. Αυτές οι αδυναμίες, σε συνδυασμό με τα προβλήματα στο δικαστικό και εκπαιδευτικό σύστημα, μειώνουν την προσέλκυση των ξένων άμεσων επενδύσεων (ΞΑΕ), οι οποίες επικεντρώνονται κυρίως στον τομέα των ακινήτων, ο οποίος δεν είναι παραγωγικός. Παρά την αύξηση των ροών ΞΑΕ, το απόθεμα των ΞΑΕ παραμένει σε επίπεδα αρκετά μακριά από τον μέσο όρο της ΕΕ.

Ειδικά όσον αφορά στο ελληνικό δικαστικό σύστημα, αυτό αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω μακροχρόνιων διαδικασιών, καθώς ο εκτιμώμενος χρόνος που απαιτείται για την επίλυση αστικών, εμπορικών και διοικητικών διαφορών είναι από τους μεγαλύτερους στην ΕΕ. Η ψηφιακή επιτάχυνση, οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, η ηλεκτρονική κατανομή υποθέσεων και τα ηλεκτρονικά εργαλεία επικοινωνίας αποτελούν ορισμένες από τις λύσεις και τις μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να έχουν σημαντική επίδραση στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του ελληνικού δικαστικού συστήματος και να συμβάλλουν στην αύξηση της αντιληπτής ανεξαρτησίας του.

Όσον αφορά στο εκπαιδευτικό σύστημα, η Ελλάδα κατατάσσεται χαμηλά μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ σχετικά με τις δεξιότητες και την επάρκεια στην ανάγνωση, τα μαθηματικά και την επίλυση προβλημάτων σε τεχνολογικά πλούσια περιβάλλοντα για ενήλικες, ενώ αυτές οι δεξιότητες δεν ανταμείβονται με υψηλούς μισθούς όπως σε άλλες χώρες του ΟΟΣΑ. Η ήδη χαμηλή απόδοση των μαθητών στην Ελλάδα επιδεινώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν οι Έλληνες μαθητές ουσιαστικά έχασαν ένα ολόκληρο σχολικό έτος στα μαθηματικά και την ανάγνωση, καθώς και μισό σχολικό έτος στις επιστήμες. Αποτελεσματικά περιβάλλοντα εξ αποστάσεως μάθησης, η ενίσχυση της συνεργασίας σχολείου-οικογένειας, η δημιουργία ευκαιριών στο αναλυτικό πρόγραμμα για τη συμμετοχή των μαθητών σε δημιουργική σκέψη και οι διεπιστημονικές εργασίες, καθώς και η ευθυγράμμιση του εκπαιδευτικού συστήματος και του υψηλά καταρτισμένου εργατικού δυναμικού με τις ανάγκες της βιομηχανίας, θα ενισχύσουν την ικανότητα της Ελλάδας να καινοτομεί και να ανταγωνίζεται διεθνώς.

Διονύσιος Βούτος
Δημοσιογράφος
40 χρόνια στην δημοσιογραφία. Δημοσιογράφος ΕΡΤ
Back To Top