Καθηγητής της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών και αντιπρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Τα τελευταία χρόνια, η διεθνής κατάσταση επιδεινώνεται και δεν είναι στοιχειωδώς προβλέψιμη, καθώς δεν υπακούει στους παλαιούς κανόνες διεθνούς συμπεριφοράς.

Η αβεβαιότητα που εκδηλώνεται στη μεγάλη αμερικανική δημοκρατία σχετικά με τις αποφάσεις του Προέδρου της, η ανάδυση των νέων παγκόσμιων δυνάμεων, με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας να διεκδικεί σοβαρό ρόλο στη διεθνή σκηνή, η εντεινόμενη αντιπαράθεση μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης, η ανάπτυξη εθνικιστικών δυνάμεων στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, η χαώδης κατάσταση με την αποχώρηση της Βρετανίας, χωρίς συμφωνία, από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η αμφιταλάντευση της Τουρκίας μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, ο πόλεμος στη Συρία και οι συνεχιζόμενες μεταναστευτικές ροές από τον Νότο προς τον Βορρά, είναι μόνο μερικές από τις εξελίξεις που κάνουν τον κόσμο ένα πέλαγος αβεβαιότητας. Μέσα σε αυτό το πέλαγος ταξιδεύει η χώρα μας, με τα δικά της προβλήματα και τις δικές της αβεβαιότητες.

Για την ελληνική οικονομία και την κοινωνία, που προσπαθούν να σταθούν και πάλι στα πόδια τους, μετά τη σχεδόν δεκαετή καταβύθιση στα Τάρταρα, αυτό το ασταθές διεθνές περιβάλλον αποτελεί ένα ακόμη τεράστιο πρόβλημα.

Κάποια «σημάδια» ανάκαμψης είναι ορατά στην ελληνική οικονομία, με τις εξαγωγές να σημειώνουν αύξηση και το ΑΕΠ να προσπαθεί να ξεπεράσει την πολυετή καθήλωση του. Όμως, η έξοδος από τα μνημόνια, δυστυχώς, συνέπεσε με την προεκλογική περίοδο και είναι εξαιρετικά δύσκολο οι πολιτικές δυνάμεις να μην υποκύψουν στον πειρασμό των παροχών, ιδιαίτερα, μάλιστα, μετά από μια μακροχρόνια περίοδο αναγκαστικής λιτότητας.

Ο συμβιβασμός μεταξύ των αναπτυξιακών και των κοινωνικών προτεραιοτήτων στη δημόσια πολιτική που ασκεί κάθε κυβέρνηση είναι στη σημερινή περίοδο εξαιρετικά δύσκολος. Απαιτεί πολιτική δεξιοτεχνία και διαχειριστική επάρκεια, προκειμένου να μην παρασυρθεί προς τη μια ή την άλλη πλευρά. Η δημοσιονομική ισορροπία πρέπει να εξασφαλίζει την κοινωνική ισορροπία, η οποία, με τη σειρά της, αποτελεί προϋπόθεση για επιτυχή δημοσιονομική ισορροπία. Τα παραδείγματα της Ιταλίας και της Γαλλίας, οι οποίες βρίσκονται σήμερα σε μια δίνη πολιτικής και κοινωνικής αναταραχής, είναι πολύ κοντά μας για να μη μας απασχολούν.

Τα διχαστικά συνθήματα, όσο κι αν συνηθίζονται στις προεκλογικές περιόδους, πρέπει να περιοριστούν, ώστε να μην επιβεβαιώνεται ο «κανόνας» της δημόσιας ζωής της Ελλάδας που, δυστυχώς, είναι ο καταστροφικός διχασμός, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Δεν κρατά καμία πολιτική δύναμη το μαγικό ραβδί που θα λύσει με ανώδυνο τρόπο τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας.

Το έλλειμμα επενδύσεων, ως αποτέλεσμα ελλείμματος εμπιστοσύνης, διοικητικής ανεπάρκειας, υψηλής φορολογίας κ.ά., αποτελεί το μεγαλύτερο ζητούμενο στην ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων και την επιστροφή των καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Αν αντιμετωπιστεί αυτό το δυσεπίλυτο πρόβλημα που έχει προφανείς κοινωνικές προεκτάσεις (προστασία της πρώτης κατοικίας κ.λπ.) και δημιουργηθεί ελκυστικό περιβάλλον για νέες επενδύσεις σε τομείς με τεχνολογικό περιεχόμενο, τότε και η παραγωγικότητα θα βελτιωθεί, και οι μισθοί θα αυξηθούν, και θα μειωθεί η ανεργία, ιδίως των νέων επιστημόνων που φεύγουν από τη χώρα μας χωρίς ελπίδα. Τέλος, και το ΑΕΠ θα αυξηθεί με επαρκείς ρυθμούς, ώστε να καλυφθεί το χαμένο έδαφος.

Το ζήτημα της προσέλκυσης επενδύσεων έχει προφανείς τεχνικές πλευρές. Ταυτόχρονα, όμως, αποτελεί και πολιτικό πρόβλημα που μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με πολιτική συνεννόηση και κοινωνική συναίνεση. Αυτό απαιτούν οι περιστάσεις, προκειμένου η χώρα μας να πλεύσει με ασφάλεια στο πέλαγος της διεθνούς αβεβαιότητας.

ΠΗΓΗ