Ήξεραν πως ο Χρυσάφης, «κόβει» πολύ χρήμα το καλοκαίρι, όπως και ότι εξαναγκάζεται να το φυλάει στο σπίτι και ο λόγος είναι πολύ απλός. Η τράπεζα απέχει σαράντα χιλιόμετρα μακριά και ο ιδιοκτήτης δεν έχει την δυνατότητα να πηγαινοέρχεται κάθε ημέρα. Αυτό όμως για να το πληροφορηθούν πρέπει να είναι «κοντά» στην οικογένεια ή να έχουν εργαστεί στο παρελθόν στην επιχείρηση. Η αστυνομία είναι επίσης μακριά και στην Άσσο, το κάστρο που έχτισε τον 15ου αιώνα ο Βενετικός στρατός, για να προφυλάξει τους κατοίκους από τους πειρατές, έχει καταρρεύσει. Έτσι, ανενόχλητοι οι τεσσερει ληστές εισέβαλαν στο σπίτι της οικογένειας και ξυλοκόπησαν με σιδερολοστούς τόσο τον ιδιοκτήτη, όσο την γυναίκα του, την κόρη τους αλλά και τον γαμπρό του. Ο τελευταίος ήταν αυτός που δέχτηκε και τα πιο πολλά χτυπήματα στο κεφάλι. Τα τραύματά τους μαρτυρούν τι τράβηξαν. Είναι ανατριχιαστικό αλλά οι δυο γυναίκες αντιμετωπίζουν σοβαρά κατάγματα στις γνάθους τους. Ο κ. Χρυσάφης με έντονες ακόμα τις μνήμες, διηγείται το συμβάν μέσα από το κρεβάτι του νοσοκομείου. «Μας έδερναν αλύπητα. Ήταν λάθος μου που αντιστάθηκα γιατί νόμισα πως θα μπορέσω να τους σπρώξω στο διάδρομο που οδηγεί στο μπαλκόνι για να τους πετάξω από κάτω. Όταν με ακινητοποίησαν μετά από πάλη και πολύ ξύλο, λύγισα όταν είδαν να χτυπούν την γυναίκα μου όπως την κορούλα μου και τον νεαρό σύντροφο της. Στο πάτωμα μέσα στα αίματα. Τότε ήταν που τους παρέδωσα τις 45.000 ευρώ που είχα για τις άμεσες υποχρεώσεις του, για να τους αφήσουν . Κυριολεκτικά αγνώριστη είναι η σύζυγος του Αντώνη Χρυσάφη. Τα μάτια της δεν ανοίγουν, το στόμα δεν λειτουργεί… η γνάθος σπασμένη. Εξίσου βαριά τραυματισμένοι όμως ο Ανδρέας και η Αναίς… Γείτονας τους ευτυχώς άκουσε τις φωνές και μη μπορώντας να κάνει κάτι άλλο άμεσα, άνοιξε τα εξωτερικά φώτα του σπιτιού του, έτσι ο τσιλιαδόρος φώναξε στη συμμορία πως «φύγετε, φύγετε». Μόνο τότε, τράπηκαν όλοι τους σε φυγή. Ο Γείτονας μπήκε στο σπίτι και βρέθηκε μπροστά στη θέα των δεμένων συγχωριανών του.
«Κατά τις 5 η ώρα ξύπνησα και είδα κάποιους με σιδερένιες μαγκούρες, κουκούλες και καπέλο και άρχισαν να με βαράνε. Αντιστάθηκα και ίσως αυτό ήταν το λάθος μου. Με έριξαν κάτω μου πάτησαν το κεφάλι, προσπάθησα να τραβήξω του ενός την κουκούλα και ίσως να του έχω προκαλέσει αμυχές. Δεν μίλησαν μεταξύ τους για να καταλάβω αν είναι Έλληνες ή ξένοι, μόνο είπαν ευρώ, ευρώ» συμπληρώνει κλινήρης ο Αντώνης Χρυσάφης και καταλήγει «Αν είχα όπλο στο σπίτι θα τους πυροβολούσα και ας πήγαινα 100 χρόνια μέσα. Μας χτύπησαν πολύ άγρια και εμένα και τους υπόλοιπους, τον γαμπρό μου τον χτύπησαν στο πίσω μέρος του κεφαλιού του. Δεν τους ένοιαζε αν θα τον σκοτώσουν» είπε χαρακτηριστικά. Η αστυνομία αφήνει να εννοηθεί πως από την πάλη οι ληστές άφησαν πίσω τους στοιχεία που σύντομα θα φανερώσουν την ταυτότητά τους.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΡΕΠΟΡΤΑΖ-ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΜΑΚΕΛΕΙΟ