skip to Main Content
 A752104 Copy

Φωτορεπορταζ απο από τη σημερινή επίσκεψη του Προέδρου των ΗΠΑ

Φωτογραφίες επίσκεψης Προέδρου Ομπάμα.

_abf1385 _abf1304 _abf1282 _a752104 _a504325 _a504300 _a504199

Ερωτήσεις και απαντήσεις κατά την συνέντευξη Τύπου του Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, και του Προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα

 

Π. ΧΑΡΙΤΟΣ (ΕΡΤ): Κύριε Πρόεδρε, από την ΕΡΤ. Για την οικονομία η ερώτηση. Πάμε πίσω 7-8 χρόνια. Τότε αναλαμβάνατε τα καθήκοντά σας. Και εκείνη την εποχή το ποσοστό ανεργίας ήταν 6%. Μετά από δύο χρόνια είχε φθάσει στο 11,6 %. Σήμερα, το αφήσατε στο 5%, το χαμηλότερο εδώ και πολύ καιρό στις ΗΠΑ. Το ΑΕΠ των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 2,6 τρισεκατομμύρια και παρόλο ότι δεν υπάρχουν συγκρίσεις μεταξύ Ελλάδος και ΗΠΑ, θα έλεγα το εξής: Η Ελλάδα τα τελευταία 7 χρόνια δέχθηκε την μήνιν των διεθνών οικονομικών οργανισμών, ακόμη είμαστε στο μάτι του κυκλώνα, της ύφεσης. Την ίδια εποχή, λοιπόν, εμείς δεν είδαμε να βρίσκεται στο τραπέζι των συζητήσεων το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους. Μπορεί να προχωρήσει το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων χωρίς ελάφρυνση του χρέους; Και όσον αφορά την σχέση Ελλάδος και διεθνών οικονομικών οργανισμών, πόσο μπορεί να επιβιώσει;

 

Μ. ΟΜΠΑΜΑ: Έχετε δίκιο ως προς το εξής: Δεν υπάρχουν ευθείες συγκρίσεις μεταξύ Ελλάδος και ΗΠΑ για μια σειρά από λόγους, όχι μόνο λόγω του μεγέθους της οικονομίας των δύο χωρών. Και εμείς περάσαμε από σημαντική συρρίκνωση. Χάναμε 800.000 θέσεις εργασίας το μήνα, όταν ανέλαβα καθήκοντα. Η οικονομία συρρικνωνόταν την εποχή εκείνη και μάλιστα ταχύτερα από ό,τι συρρικνωνόταν στη μεγάλη ύφεση. Όμως, λάβαμε μέτρα, μάθαμε από τα λάθη μας και σταθεροποιήσαμε την οικονομία και μετά επανήλθαμε στο δρόμο της ανάπτυξης. Πιστεύω, όμως, σε κάθε περίπτωση, ότι ένα από τα μαθήματα που προσπαθήσαμε να εφαρμόσουμε είναι το εξής: Έχει σημασία να συνδυάζει κανείς τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με καλή δημοσιονομική πολιτική μαζί με αναπτυξιακή πολιτική, γιατί όταν διογκώνεται η οικονομία, όταν υπάρχει πρόοδος της οικονομίας, μειώνεται και ποσοστιαία το χρέος.

 

Αν συρρικνώσει κανείς τις δαπάνες σε εποχή οικονομικής συρρίκνωσης, τότε η οικονομία θα συρρικνωθεί περαιτέρω. Βεβαίως, το πλεονέκτημα που είχαμε εμείς είναι το δολάριο, είναι το υπ΄ αριθμόν ένα αποθεματικό νόμισμα στον πλανήτη. Ακόμη και εν μέσω κρίσης, ο κόσμος αγόραζε ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου. Ούτε ήμασταν σε πρόγραμμα, ούτε σε κάποια συνεννόηση ή συμφωνία, όπως η Ευρωζώνη. Είχαμε, λοιπόν, επιπλέον περιθώρια ευελιξίας. Αυτή είναι η άλλη διαφορά. Όμως το βασικό μάθημα που λάβαμε από τη δική μας κρίση ,η αλήθεια είναι ότι προοδεύσαμε, βγήκαμε από την κρίση αρκετά γρήγορα, πιο αποτελεσματικά, ταχύτερα από ό,τι οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό, λοιπόν, το οποίο μάθαμε είναι ότι ιδιαίτερα, όταν η οικονομία προσπαθεί να ανακάμψει, το να δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας, το να τονώσουμε την οικονομική δραστηριότητα, αυτός ακριβώς είναι ο παράγοντας, ο οποίος εντέλει μειώνει τα διαρθρωτικά ελλείμματα και μειώνει και το χρέος, που έχει να αντιμετωπίσει μια χώρα.

 

Πιστεύω ότι ο δρόμος στον οποίο βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα, είναι σωστός. Περάσατε από μερικές πολύ δύσκολες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και πιστεύω ότι ο ελληνικός λαός, παρά τις δυσκολίες, παρά τους δύσκολους καιρούς, παρά το ότι μερικές πολιτικές δεν ήταν οι ορθότερες, ο ελληνικός λαός, λοιπόν, πρέπει να αναγνωρίσει ότι σε αυτή την παγκοσμιοποιημένη οικονομία, η ελληνική οικονομία θα έπρεπε, ήταν δεδομένο ότι έπρεπε, να υποστεί κάποιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

 

Αυτό αφορά και εμάς, την αμερικανική οικονομία. Αυτό κάναμε στον τομέα της εκπαίδευσης. Το ίδιο κάναμε με τις υποδομές μας. Επίσης, το νομικό και κανονιστικό μας πλαίσιο και αυτό χρειαζόταν ανανέωση. Φροντίσαμε να χαλιναγωγήσουμε εν μέρει τη Wall Street και τα χρηματιστήρια. Κάναμε και εμείς, λοιπόν, τις μεταρρυθμίσεις μας, που, βεβαίως, δεν είναι ίδιες με αυτές που θα έπρεπε να κάνει η Ελλάδα. Όμως, ήταν απολύτως απαραίτητες.

 

Βλέπω ότι ο Έλληνας Πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του έχουν τη βούληση να συνεχίσουν σε αυτό το δρόμο, να κάνουν την Ελλάδα πιο ανταγωνιστική, πιο ελκυστική εντέλει για τις επενδύσεις στο μέλλον. Ο ελληνικός λαός είναι λαός επιχειρηματιών, είναι λαός ευφάνταστος, είναι λαός με απαράμιλλες δυνατότητες. Και είμαι σίγουρος ότι πάρα πολλοί επενδυτές βλέπουν στην Ελλάδα πολλές ευκαιρίες.

 

Δεν είναι μόνο όμως, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Όταν η οικονομία συρρικνώνεται με τέτοιους ρυθμούς, όταν η ανεργία είναι τόσο ψηλά, χρειάζεται μια σαφώς αναπτυξιακή ατζέντα. Είναι πολύ δύσκολο να καταστρώσει κανείς μια πραγματικά, αναπτυξιακή στρατηγική χωρίς να συνδυάζεται αυτό με ελάφρυνση του χρέους. Και αυτό είναι πολιτικό ζήτημα.

 

Για να μην αδικήσω και κάποιες κυβερνήσεις του Βορρά, που δεν είναι και πολύ δημοφιλείς εδώ στην Ελλάδα, οφείλω να πω ότι πρέπει από την άλλη μεριά να αναγνωρίσουμε ότι και αυτοί έχουν τη δική τους πολιτική, τους δικούς τους πολιτικούς σκοπούς, έχουν πολίτες, ψηφοφόρους και πολλές φορές δείχνουν μεγάλη διστακτικότητα, όσον αφορά την ελάφρυνση του χρέους. Όμως, έχοντας δει ότι η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα, δει ότι έχει κάνει δύσκολες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, έχοντας δει μια Ελλάδα η οποία δεσμεύεται να αλλάξει, έχοντας δει αυτό που πέρασε ο ελληνικός λαός αυτά τα δύσκολα χρόνια, πιστεύω πως υπάρχει μια ευκαιρία και οι δύο πλευρές να καταλήξουν σε μία ανθεκτική (durable) λύση αντί κάθε χρόνο ή κάθε έξι μήνες να έχουμε διαπραγμάτευση. (come up with a durable solution as opposed to each year or every six months have a negotiation). Αυτό θα ήταν καλό για όλους. Και τώρα που η ελληνική οικονομία μπήκε και πάλι σε τροχιά ανάπτυξης, ίσως, επαναλαμβάνω, να είναι η κατάλληλη στιγμή.

 

  1. CARTILLER: Κύριε Πρόεδρε, πολλοί στην Ευρώπη προσπαθούν να καταλάβουν τι έγινε στις 8 Νοεμβρίου στις ΗΠΑ. Πιστεύετε ότι έχετε κάτι σαν το δημοψήφισμα για το Brexit πριν από λίγους μήνες; Μήπως οι πολιτικοί αρχηγοί προσπαθούν ακόμη να καταλάβουν πού πηγαίνει η κοινή γνώμη; Βλέπετε φόβο, άγχος στις ΗΠΑ; Και προς τον Έλληνα Πρωθυπουργό, τον κ. Τσίπρα: Ο Πρόεδρος Ομπάμα έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει, όπως το έκανε και σήμερα, ότι είναι υπέρ της σημαντικής ελάφρυνσης του χρέους. Πιστεύετε ότι έχει πιθανότητες να πείσει την Καγκελάριο Μέρκελ να κάνει κάποια κίνηση αυτή την εβδομάδα;

 

Μ. ΟΜΠΑΜΑ: Δεν υπάρχουν συγκρίσεις μεταξύ χωρών. Υπάρχει, βεβαίως, διαφορά μεταξύ ενός δημοψηφίσματος επί ενός εξαιρετικά πολύπλοκου θέματος, της σχέσης μεταξύ της Μ. Βρετανίας και της υπόλοιπης Ευρωπαϊκής Ένωσης, και της προεδρικής εκλογής στις ΗΠΑ. Δεν συγκρίνονται αυτά τα δύο.

 

Οι προεδρικές εκλογές αφορούν πρόσωπα, προσωπικότητες. Το αποτέλεσμα εξαρτάται από τις προεκλογικές εκστρατείες, την ανάγκη και την όρεξη του κόσμου για αλλαγή, το ποιος είναι ο επερχόμενος Πρόεδρος, την ανάγκη για αλλαγή, ενδεχομένως, μετά από δύο θητείες. Νομίζω ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν μια προεδρική εκλογή. Ωστόσο, υπάρχει κάτι κοινό σε όλα αυτά. Στις αναπτυγμένες οικονομίες μας, αλλά και σε άλλα μέρη του κόσμου, εκδηλώνονται, βεβαίως, με τρόπο διαφορετικό: Η παγκοσμιοποίηση σε συνδυασμό με την τεχνολογία και τις εξελίξεις της, σε συνδυασμό με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τη ροή των πληροφοριών, όλα αυτά ανατρέπουν εκ βάθρων τις ζωές των ανθρώπων με τρόπο απτό πολλές φορές, αισθητό. Για παράδειγμα, κλείνει ένα εργοστάσιο και ξαφνικά μια ολόκληρη πόλη δεν έχει δουλειά, χάνει τη βασική πηγή εισοδήματος. Αλλά και ψυχολογικά, ψυχικά υπάρχει αβεβαιότητα, ο κόσμος είναι πιο αβέβαιος. Δεν έχουμε μια σαφή εικόνα της εθνικής μας ταυτότητας. Ο τόπος, στον οποίο ζούμε, αρχίζει να φαίνεται διαφορετικός, χάνουμε τον προσανατολισμό μας.

 

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτά ευνόησαν τον λαϊκισμό, τα λαϊκίστικα κινήματα σε πολλά μέρη του κόσμου και στην Ευρώπη βεβαίως. Βλέπουμε έναν Ντόναλντ Τραμπ και έναν Μπέρνι Σάντερς, δύο πολύ διαφορετικούς υποψηφίους, μη συμβατικούς, και οι δύο να έχουν πολύ μεγάλη επιτυχία στην κοινή γνώμη. Αυτό κάτι σημαίνει. Έχει σχέση με την παγκοσμιοποίηση; Ίσως. Κάποιοι θέλουν να περιορίσουμε τα φαινόμενα της παγκοσμιοποίησης, να χαλιναγωγήσουμε τους θεσμούς μας, να βάλουμε σε μια τάξη τους θεσμούς μας, να ικανοποιήσουμε τις άμεσες ανάγκες του ανθρώπου. Και, πολλές φορές, έχουμε και θέματα εθνικής ταυτότητας, θρησκευτικής ταυτότητας, πολιτισμικής ταυτότητας. Αυτό είναι ένα εξαιρετικά αβέβαιο μίγμα που δεν ξέρουμε πού οδηγεί.

 

Έχει σημασία, σε κάθε περίπτωση, να αναγνωρίσουμε ότι αυτές οι τάσεις ανέκαθεν υπήρχαν. Αποτελεί καθήκον των πολιτικών ηγετών να ενσκήψουν στις ανάγκες και τις ανησυχίες των πολιτών και να κάνουν ό,τι μπορούν με τον πιο εποικοδομητικό τρόπο. Αν εγώ είδα θυμό, άγχος, αγωνία στους Αμερικανούς; Ναι, βεβαίως. Το είδα, το διαπίστωσα. Πρώτα απ’ όλα, χρειάστηκε να ανακάμψουμε από τη χειρότερη ύφεση, μετά τη μεγάλη ύφεση του 1929. Οι τιμές των ακινήτων κατακρημνίστηκαν, άλλοι έχασαν τις συντάξεις τους, τις δουλειές τους, φυσικά είναι θυμωμένος ο κόσμος. Όμως, σταθήκαμε στα πόδια μας. Πετύχαμε ανάκαμψη. Ωστόσο, έμεινε πίσω φόβος και άγχος σε πολλούς ανθρώπους. Πολλοί είχαν την εντύπωση ότι το παιχνίδι είναι φτιαγμένο υπέρ της Wall Street για να προστατεύσουμε ειδικά συμφέροντα στις ΗΠΑ. Αυτή είναι μια γνώμη που έχει πολλούς οπαδούς.

 

Ακούσατε και τους λόγους, τις θέσεις των Ρεπουμπλικάνων. Είδατε τι κυκλοφορεί στα μέσα. Μερικές από τις θέσεις αυτές είναι ανησυχητικές. Δεν αντικατοπτρίζουν καν πραγματικά γεγονότα. Όμως, χρησιμοποιήθηκαν αποτελεσματικά εντέλει για να κινητοποιήσουν τον κόσμο προς την λάθος κατεύθυνση. Ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος, ο κ. Τραμπ, διεύρυνε την εκλογική του βάση, χάρη σε τέτοιου είδους δηλώσεις και κηρύγματα και κέρδισε τις εκλογές. Το μάθημα που εγώ απεκόμισα, συνοψίζεται σε ένα τοπίο που αφορά όλες τις χώρες, είναι κοινό για όλες τις χώρες: Ζητήματα, προβλήματα, όπως η ανισότητα που πρέπει να αντιμετωπιστούν, πρέπει κάτι να κάνουμε για τη μετακίνηση της οικονομικής δραστηριότητας, την εξαγωγή των βιομηχανιών μας, τον φόβο ότι τα παιδιά μας δεν θα τα καταφέρουν στη ζωή τους τόσο καλά, όσο εμείς, δεν θα ζήσουν τόσο καλά, όσο εμείς. Αυτά πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε δραστικά, να πάρουμε σκληρές αποφάσεις. Διαφορετικά, ο φόβος θα κατακλύσει τους πάντες με τρόπο εντελώς αντιπαραγωγικό. Και οι άνθρωποι θα αρχίσουν να στρέφονται εναντίον των άλλων συνανθρώπων τους.

 

Να σας πω την αλήθεια, αυτή ήταν η βασική μου προτεραιότητα τα τελευταία οχτώ χρόνια: Να αυξήσουμε τους μισθούς, να επενδύσουμε στις υποδομές, να διασφαλίσουμε ότι ο κόσμος έχει πρόσβαση σε καλή εκπαίδευση και να είναι έτοιμος για το μέλλον. Όλα αυτά ήταν προτεραιότητες, που αν τις υλοποιούσαμε θα μας βοηθούσαν να αντιμετωπίσουμε την οικονομική πίεση. Δεν κατάφερα, βεβαίως, να πείσω το Κογκρέσο, στο οποίο δεσπόζουν οι Ρεπουμπλικάνοι, να περάσει πολλά από αυτά τα μέτρα. Κάποιοι πιστεύουν ότι τα πήγα καλά. Εδώ, βλέπεται, υπάρχει μια αναντιστοιχία. Από τη μια μεριά αγωνία, φόβος και από την άλλη μεριά η πιο θετική άποψη.

 

Ο κόσμος στην Αμερική, ίσως, πραγματικά, τελικά, πίστεψε ότι κάτι πρέπει να αλλάξει, ότι πρέπει να αλλάξουν τα πάντα. Δεν ξέρω εάν ο χρόνος μας πει, αν θα δείξει σχετικά με μας, με το Brexit, αν αυτές οι δύο εξελίξεις τελικά εξέφραζαν αυτούς τους ανθρώπους, που ψήφισαν υπό το καθεστώς του φόβου. Δεν ξέρω. Θα δούμε. Ο χρόνος θα δείξει.

 

Εγώ θα μπορούσα να υποστηρίξω ότι οι δικές μας πολιτικές ήταν σωστές, ότι η οικονομική μας ανάπτυξη, ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν υψηλότερος από ό,τι σε άλλες αναπτυγμένες οικονομίες και ότι οι Αμερικανοί περνούν σήμερα καλύτερα από ό,τι πριν από χρόνια. Ακόμα και αυτοί που ψήφισαν για τον Τραμπ είναι σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι πριν από οκτώ χρόνια. Θα δούμε, όμως. Θα δείξει. Θα δούμε εάν αυτά τα γεγονότα επηρέασαν και πώς τις ζωές των ανθρώπων με την ψήφο τους στις επόμενες εκλογές.

 

Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Με ρωτήσατε εάν πιστεύω ότι μπορούμε να πείσουμε την Άνγκελα Μέρκελ για τα απαραίτητα βήματα που πρέπει να γίνουν για να ανακάμψει η ελληνική οικονομία. Σας απαντώ ότι είμαι εξαιρετικά αισιόδοξος. Για δύο λόγους:

 

Ο πρώτος λόγος είναι ότι η Άνγκελα Μέρκελ είναι μια Γερμανίδα πολιτικός. Και οι Γερμανοί, πολλές φορές επίμονα, ίσως και εκνευριστικά κάποιες φορές, επιμένουν στο ότι οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται. Και αυτό που αναμένεται να γίνει σε σχέση με την Ελλάδα είναι ό,τι είχε συμφωνηθεί τον προηγούμενο Ιούλιο – Αύγουστο, το προηγούμενο καλοκαίρι του 2015: Ότι μόλις η Ελλάδα αποδείξει την αποφασιστικότητά της να προχωρήσει σε γενναίες και δύσκολες μεταρρυθμίσεις, μόλις υλοποιήσει το πρώτο και δυσκολότερο review, την πρώτη και δυσκολότερη αξιολόγηση, τότε θα συζητηθούν και θα παρθούν αποφάσεις, θα εφαρμοστούν μέτρα για την απομείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, προκειμένου η Ελλάδα να αποκτήσει ξανά πρόσβαση στις αγορές χρήματος, να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και να επιστρέψει με ταχύτατους ρυθμούς η ανάπτυξη στην ελληνική οικονομία. Άρα, λοιπόν, ο πρώτος λόγος, για τον οποίο είμαι αισιόδοξος ότι θα πειστεί, είναι διότι, όπως το έλεγε συχνά ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών Βόλφανγκ Σόιμπλε, «pacta sunt servanda», που είναι μια λατινική έκφραση, την οποία πολλές φορές υιοθετούμε και εμείς που έχουμε μάθει τα αρχαία ελληνικά και όχι τα λατινικά στα σχολείο μας.

 

Ο δεύτερος λόγος, για τον οποίο είμαι αισιόδοξος, είναι ότι έχω γνωρίσει από κοντά την Άνγκελα Μέρκελ, το ίδιο και ο Μπαράκ Ομπάμα. Ήμασταν στενά συνδεδεμένοι όλο το διάστημα της μεγάλης προσφυγικής κρίσης. Είχα μια πολύ καλή συνεργασία και έχω διαμορφώσει τη γνώμη ότι είναι μια πολιτικός με αίσθημα της ευθύνης απέναντι στην Ευρώπη και στο μέλλον της Ευρώπης και όχι μόνον με ευθύνη απέναντι στη Γερμανία ή στο εσωτερικό του κόμματός της. Με τον ίδιο τρόπο, άλλωστε, αντιμετώπισε και την προσφυγική κρίση: με ένα βαθύ αίσθημα ευθύνης απέναντι στο μέλλον της Ευρώπης και τη σταθερότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Πιστεύω, λοιπόν, ότι εξαιτίας αυτών των δύο σημαντικών λόγων θα πειστεί ότι πρέπει να γίνουν τα απαραίτητα εκείνα μέτρα, που δεν επιβαρύνουν, άλλωστε, τους Γερμανούς φορολογούμενους, προκειμένου να υπάρξει μια θετική εξέλιξη, η Ελλάδα να μην αποτελεί μέρος του προβλήματος στην Ευρώπη, αλλά μέρος της λύσης. Μέρος της λύσης για τη σταθερότητα, την ασφάλεια, την επιστροφή στην ατζέντα της ανάπτυξης -αυτό αφορά όλη την Ευρώπη- και βεβαίως για την επίλυση του προσφυγικού προβλήματος, στο οποίο η Ελλάδα παίζει έναν καθοριστικό ρόλο. Γι’ αυτό, λοιπόν, το λόγο είμαι αισιόδοξος και πιστεύω ότι αυτή η αισιοδοξία θα επαληθευτεί.

 

Μ. ΙΓΝΑΤΙΟΥ: Είπατε, κατ’ επανάληψη, κύριε Πρόεδρε, ότι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισαν την οικονομία, την οικονομική κρίση οι Ευρωπαίοι είχε το αντίθετο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα και πολλές φορές μιλήσατε φερόμενος κατά της λιτότητας και πιστεύω ότι έχετε δίκιο, γιατί δεν καταφέρνουμε να πείσουμε τους Ευρωπαίους να ακολουθήσουν τη δική σας οδό, παρά τα όσα κάνατε τους τελευταίους δύο μήνες για να βοηθήσετε την Ελλάδα. Και για την Κύπρο κάτι, που είναι ένα προσφιλές μου θέμα, γιατί γεννήθηκα στην Κύπρο. Πώς θα μπορούσατε να πείσετε τον Πρόεδρο της Τουρκίας να θέσει τέλος στην κατοχή της Κύπρου;

 

Μ. ΟΜΠΑΜΑ: Να ξεκινήσω από το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας. Πρόκειται για μία διαπραγμάτευση μεταξύ Κυπρίων. Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων. Τα καλά νέα, όπως λέμε, είναι ότι έχουμε δύο ηγέτες οι οποίοι είναι ειλικρινά προσηλωμένοι στην προσπάθεια εξεύρεσης συμβιβαστικής λύσης, για να επωφεληθούν και οι δύο λαοί. Εάν τα μυαλά των δύο ηγετών κάπου συναντηθούν, τότε, θα μπορούσαμε όλοι μας, συμπεριλαμβανομένης της διεθνούς κοινότητας, της Ελλάδας, της Τουρκίας και των ΗΠΑ, να υποστηρίξουμε αυτή τη Συμφωνία με τρόπο ώστε να είναι δυνατόν η Συμφωνία αυτή να επικυρωθεί και από τις δύο πλευρές. Επενδύσαμε πολύ χρόνο. Ο αντιπρόεδρος Μπάιντεν έχει προσπαθήσει πάρα πολύ και πρέπει να πω ότι έχουν αναπτερωθεί οι ελπίδες μας από την πρόσφατη πρόοδο. Τις επόμενες εβδομάδες και μήνες βλέπουμε μια ευκαιρία να γίνει κάτι, να λυθεί το πρόβλημα. Εάν βρούμε μια λύση που εξασφαλίζει ισοτιμία –είναι βέβαιο φυσικά ότι δεν θα ικανοποιηθούν και οι δύο πλευρές εκατό τοις εκατό. Εάν, πάντως, βρεθεί ένας μηχανισμός για μία μεταβατική κατάσταση από το σημερινό status quo προς μία μελλοντική κατάσταση, αυτό το οποίο φαντάζονται και επιθυμούν και οι δύο πλευρές, θα το υποστηρίξουμε και εμείς. Εμείς, θα κάνουμε ό,τι μπορούμε, ό,τι περνάει από το χέρι μας, για να υποστηρίξουμε τη διαδικασία αυτή.

 

Όσον αφορά την οικονομία και την Ευρώπη και πάλι έχει μεγάλη σημασία να αναγνωρίσουμε ότι το δικό μου έργο ήταν μάλλον απλούστερο στις ΗΠΑ, γιατί, τουλάχιστον, τα δύο πρώτα χρόνια της θητείας μου εγώ είχα πλειοψηφίες και στα δύο σώματα του Κογκρέσου και εν τέλει είμαι μία χώρα και όχι 28. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα βγάζει πέρα κανείς εύκολα με το Κογκρέσο. Το Κογκρέσο δεν είναι μία Βουλή. Εσείς έχετε ένα σωρό Κοινοβούλια και Επιτροπές, κ.λπ. Είναι τα πράγματα ακόμα πιο πολύπλοκα. Η ανάγκη επίτευξης σύμπνοιας προϋποθέτει ότι οι οικονομίες βρίσκονται στην ίδια περίπου κατάσταση. Αυτό ακριβώς είναι που κατέστησε την κατάσταση στην Ευρώπη πολύ πιο δύσκολη. Θέλω να είμαι σαφής ως προς αυτό. Δεν ζηλεύω σε καμία περίπτωση κανέναν ευρωπαίο ηγέτη. Έχουν δύσκολο καθήκον. Αντιμετώπισαν πολύ δύσκολες υποθέσεις τελευταία. Αυτό το οποίο, τουλάχιστον, προσπάθησα να κάνω είναι να καταθέσω τις σκέψεις μας, τις προτάσεις μας και ό,τι καλύτερο είχαμε στο μυαλό μας, εν πάση περιπτώσει, σχετικά με το πώς θα λύσουμε γρήγορα τα προβλήματα με τις τράπεζες, με διαφάνεια, τόσο πιο γρήγορα θα επωφεληθούμε από την ανάπτυξη της οικονομίας και θα ξεκινήσουν οι επενδύσεις. Όταν η οικονομία συρρικνώνεται είναι δύσκολο να δημιουργήσεις θέσεις εργασίας ή να κάνεις δαπάνες για τις υποδομές. Και φυσικά δεν πρόκειται να μειώσεις ποτέ το χρέος. Έτσι, έρχεται η στιγμή που κάτι πρέπει να κάνεις για το χρέος. Εμείς τα δύο πρώτα χρόνια αντιμετωπίσαμε υψηλότερο χρέος, λόγω των έκτακτων δαπανών. Το έλλειμμά μας τώρα έχει μειωθεί κατά τα 2/3 κατά κύριο λόγο, διότι πετύχαμε ανάπτυξη, αυξήσαμε τα φορολογικά έσοδα. Κάποια μαθήματα, λοιπόν, κάποια συμπεράσματα, ισχύουν για όλες τις χώρες. Εμείς, απλώς, όπως είπα, καταθέτουμε τις σκέψεις μας και ό,τι έχουμε μάθει. Επαναλαμβάνω ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα σωρό διαφορετικά έθνη και με κοινό νόμισμα. Μια ένωση από τους οποίους κάποιοι είναι στην Ευρωζώνη και κάποιοι εκτός. Έχουμε ένα Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πάρα πολλές συσκέψεις.

 

Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Θα συμφωνήσω απόλυτα με όσα είπε πριν ο Πρόεδρος Ομπάμα, σε σχέση με το ερώτημα που έχει να κάνει με το κυπριακό πρόβλημα. Δεν είναι ένα διμερές πρόβλημα, δεν είναι ένα πρόβλημα ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Είναι ένα διεθνές πρόβλημα εδώ και 42 χρόνια, όσο είναι και η ηλικία μου και είναι πρόβλημα παράνομης εισβολής και κατοχής του βόρειου τμήματος της Κύπρου. Δίνουμε όλες μας τις δυνάμεις, υποστηρίζοντας, ενθαρρύνοντας και τις δύο πλευρές, προκειμένου να καταφέρουν να φτάσουν σε μία συμφωνία δίκαιη και βιώσιμη. Στην πρώτη μου επίσκεψη στην Κύπρο ως πρωθυπουργός, φρόντισα να συναντήσω, εκτός από την ηγεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας, και ΜΚΟ, εκπροσώπους της Τουρκοκυπριακής Κοινότητας, και νομίζω ότι ήταν η πρώτη φορά που συνέβη αυτό, Έλληνας Πρωθυπουργός να τους συναντά. Διότι εμάς μας ενδιαφέρει ο κυπριακός λαός, στο σύνολό του, να ζήσει σε μία επανενωμένη Κύπρο, ελεύθερος, σε ένα σύστημα με Δημοκρατία, Ελευθερία, και η Κύπρος, η επανενωμένη, να είναι μέλος της ΕΕ.

 

Θέλω, λοιπόν, να ξεκαθαρίσω, ότι σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ενθαρρύνουμε την προοπτική λύσης, στεκόμαστε δίπλα στον Πρόεδρο Αναστασιάδη, που το επιχειρεί με όλες του τις δυνάμεις και ταυτόχρονα δηλώνουμε έτοιμοι να συζητήσουμε με την Τουρκία μονάχα το σκέλος εκείνο που μας αφορά. Το οποίο είναι οι εγγυήσεις, διότι από το 1959 – 1960 αυτό το αναχρονιστικό μοντέλο των εγγυήσεων αφορά και την Ελλάδα. Όμως, η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα που κατέλαβε ή κατέχει παράνομα την Κύπρο και θεωρώ ότι δίκαιη και βιώσιμη λύση σημαίνει λύση χωρίς την μόνιμη παρουσία τουρκικών στρατευμάτων στο Νησί. Και ταυτόχρονα θεωρώ ότι η καλύτερη εγγύηση για την ασφάλεια του κυπριακού λαού είναι η ίδια η συμφωνία, η ίδια η προοπτική βιώσιμης και δίκαιης συμφωνίας, που θα δώσει μια άλλη δυναμική. Κι εάν αυτό συμβεί, πιστεύω ότι θα βρισκόμαστε σε μια τελείως διαφορετική φάση, όχι μόνο για την Κύπρο, αλλά και για τις ελληνο – τουρκικές σχέσεις για την ευρύτερη περιοχή.

 

Με αυτές τις σκέψεις προχωράμε και πιστεύουμε ότι πράγματι ο Πρόεδρος Ερντογάν παίζει έναν σημαντικό ρόλο, αλλά δεν είναι η δική μου η ευθύνη να τον πείσω, κύριε Ιγνατίου.

 

  1. C. JANSING (NBC): Πρόεδρε, στις ΗΠΑ μετά τις εκλογές έχουμε συνεχείς διαμαρτυρίες στους δρόμους. Θα ήθελα να σας ρωτήσω εάν πιστεύετε ότι δημιουργήσατε τις προϋποθέσεις για να εκλεγεί ο Ντόναλντ Τραμπ. Αισθάνεστε υπεύθυνος για την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ; Γενικότερα, εάν πάμε πίσω και δούμε την εκστρατεία του, εάν δούμε την επιτυχία πολιτικών, όπως η Μαρί Λεπέν, πιστεύετε ότι υπάρχει μία τάση, ένα κίνημα απόρριψης του σημερινούς μας κόσμου; Κύριε Πρόεδρε, είπατε ότι ανησυχείτε για την άνοδο των εξτρεμιστικών κινημάτων γενικότερα και για τον Τραμπ είπατε ότι «ελπίζω πως δεν θα αντιμετωπίσει αυτό το κακό». Πιστεύετε ότι πρόκειται πράγματι για κακό; Μήπως τα σχόλιά του για τους ευρωπαίους ηγέτες θα κάνουν τη δουλειά του πιο δύσκολη;

 

  1. M. ΟΜΠΑΜΑ: Πρώτον, εξεπλάγην κι εγώ από το αποτέλεσμα των εκλογών. Ακόμη και σήμερα δεν νιώθω υπεύθυνος για τις δηλώσεις του νεοεκλεγέντος Προέδρου, τι λέει ή κάνει. Όμως, ως Πρόεδρος των ΗΠΑ, οφείλω να διασφαλίσω ομαλή μετάβαση και να παρουσιάσω στον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο και στον αμερικανικό λαό, να καταθέσω τις καλύτερες ιδέες μου για το πως μπορούμε να προχωρήσουμε προς τα εμπρός. Θα ορθώσω τη φωνή μου στους τομείς και επί των θεμάτων που πιστεύω ότι το ρεπουμπλικανικό κόμμα δεν έχει δίκιο. Όμως, θα συνεργαστώ με τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο και πιστεύω ότι σε κάθε περίπτωση θα προχωρήσουμε στον τομέα της ασφάλειας, της δικαιοσύνης, της ευημερίας, μιας Αμερικής χωρίς αποκλεισμούς.

 

Έχει σημασία, ξέρετε, να μην αρχίσουμε να κάνουμε συγκρίσεις μεταξύ Τερέζα Μέι και άλλων συντηρητικών πολιτικών. Η Τερέζα Μέι είναι ήδη πρωθυπουργός ή ας πούμε, για παράδειγμα, της Μαρί Λεπέν στη Γαλλία. Πρόκειται για διαφορετικά πράγματα. Η κατάσταση στην κάθε μία απ’ αυτές τις χώρες είναι επίσης διαφορετική. Πιστεύω, και το είπα προηγουμένως, ότι η ιστορία δεν είναι μία γραμμική διαδικασία, μία φορά δεξιά, μία φορά αριστερά. Κάποια στιγμή προχωρά εμπρός, υποχωρεί, πάει προς τα πλάγια. Υπάρχουν εποχές σημαντικών πιέσεων, ο κόσμος κάτι αναζητά, χωρίς να ξέρει ενδεχομένως τι αναζητά, ζητά μια αλλαγή, γενικώς και αορίστως. Πολλές φορές ο κόσμος δεν ξέρει καν η επερχόμενη αλλαγή τι θα φέρει. Όπως ξέρετε κατά τη διάρκεια της προεδρίας μου, το ξέρω για μένα, έδωσα μεγάλη σημασία στις δημοσκοπήσεις, αλλά επειδή η ερώτησή σας αναφέρεται στο αν ο κόσμος απορρίπτει το δικό μου μοντέλο για τον κόσμο, θα σας πω το εξής. Νομίζω ότι μια ισχυρή πλειοψηφία του αμερικανικού λαού συμφωνεί με εμένα. Το ερώτημα βέβαια εκκρεμεί, είναι ένα εύλογο ερώτημα πως εξελέγη κάποιος με μία τελείως διαφορετική κοσμοθεωρία. Είναι αυτό που σας είπα προηγουμένως. Πολλές φορές ο κόσμος έχει την ανάγκη να δοκιμάσει κάτι άλλο, κάτι διαφορετικό, μήπως αυτό φέρει κάτι καλύτερο. Και υποθέτω, υποπτεύομαι, ότι αυτό το φαινόμενο επηρέασε το αποτέλεσμα των εκλογών. Πιστεύω επίσης, και ανεξαρτήτως από οποιαδήποτε εκλογική διαδικασία, κίνημα, κ.λπ., ότι θα χρειαστεί να κάνουμε κάτι, να ορθώσουμε το ανάστημά μας ενάντια στον εθνικισμό, στον υπερβολικό φυλετισμό, τις ακρότητες εναντίον των άλλων, εμείς και εκείνοι. Ξέρετε, δεν πρόκειται ποτέ να απολογηθώ επειδή έχω υποστηρίξει ότι το μέλλον της ανθρωπότητας θα οριστεί απ’ αυτά που έχουμε κοινά και όχι από τις διαφορές μας, διαφορές που θα μας οδηγήσουν στη σύγκρουση. Δείτε την Ευρώπη. Ξέρουμε τι συμβαίνει, κάθε φορά που οι Ευρωπαίοι είναι διχασμένοι όταν ασχολούνται περισσότερο με τις διαφορές τους παρά με τα κοινά. Βλέπουμε τι συμβαίνει όταν ξεσπούν ανταγωνισμοί του τύπου ο θάνατός σου η ζωή μου. Και ο εικοστός αιώνας ήταν ένας αιώνας αιματοχυσίας για την Ευρώπη. Παρά την αίσθηση της αποτυχίας, παρά τις απογοητεύσεις στην προσπάθεια οικοδόμησης της ενιαίας Ευρώπης, οι τελευταίες πέντε δεκαετίες, ήταν πέντε δεκαετίες ειρήνης και ευημερίας χωρίς προηγούμενο στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Στις ΗΠΑ και εμείς ξέρουμε, για παράδειγμα, τι σημαίνει φυλετικός διχασμός ή διχασμός γύρω από γραμμές διαφορετικών θρησκειών. Είναι απλώς επικίνδυνο, όχι μόνο για τις μειονότητες, όχι μόνο για τους λίγους που γίνονται αντικείμενο διακρίσεων ή και βίας. Στο πρόσφατο παρελθόν, ας μην το ξεχνούμε και αυτό, αλλά γιατί έτσι χάνουμε από το βλέμμα μας τις δυνατότητες που έχουμε ως έθνος, ως χώρα. Εάν χωριστούμε σε μαύρους, λατίνους, ασιάτες, ομοφυλόφιλους, γυναίκες, κ.λπ., εάν δεν ενωθούμε και δεν οικοδομήσουμε μαζί το αμερικανικό όνειρο, δεν πάμε πουθενά. Οπότε το όραμά μου είναι σωστό επί του συγκεκριμένου θέματος. Μπορεί να μην κερδίζουμε πάντα βραχυπρόθεσμα στη συγκεκριμένη πολιτική συγκυρία, αλλά εγώ είμαι βέβαιος ότι μακροπρόθεσμα θα βγούμε κερδισμένοι. Διότι οι κοινωνίες ενώνονται γύρω από αξίες, ιδανικά, από χαρακτήρες, από το πώς αντιμετωπίζουμε ο ένας τον άλλον, από την καινοτομία, την πρόοδο. Αυτές οι κοινωνίες θα είναι και οι πιο πετυχημένες σε σύγκριση με τις άλλες. Αυτή είναι η ισχυρή μου πεποίθηση και έχω και τα στοιχεία που τεκμηριώνουν αυτή την πεποίθησή μου.

 

  1. A. ΤΣΙΠΡΑΣ: Για να σας είμαι ειλικρινής, από τον Ντόναλντ Τραμπ γνωρίζω λίγα πράγματα. Γνώριζα το προηγούμενο διάστημα την επιθετικότητα και τον εκκεντρικό τρόπο που διάλεξε για να υπερασπιστεί κάποιες μη συμβατικές απόψεις, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Κάποιοι μου είχαν πει ότι έπρεπε να είχα διαβάσει το βιβλίο του πριν πάω να διαπραγματευτώ στις Βρυξέλλες, το «Art of the deal». Δεν το έκανα, αλλά νομίζω ότι δεν έκρινε αυτό το αποτέλεσμα. Ωστόσο, πρέπει να σας επισημάνω ότι είναι άλλο πράγμα τι ξέρουμε για τον Ντόναλντ Τραμπ κατά τη διάρκεια που διεκδικούσε το χρίσμα στους Ρεπουμπλικανούς, άλλο πράγμα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και άλλο πράγμα αυτό που περιμένουμε να δούμε τώρα, ως νεοεκλεγείς Πρόεδρος και φυσικά ακόμα περισσότερο, ως ασκών τα καθήκοντα της διακυβέρνησης μιας χώρας που παίζει καθοριστικό ρόλο στην παγκόσμια σφαίρα. Γι’ αυτό λοιπόν και εγώ δεν έσπευσα, σε αντίθεση με κάποιους ομολόγους μου στην Ευρώπη, να επαναλάβω στοιχεία της κριτικής που προεκλογικά πολλοί ασκήσαμε απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ. Και πιστεύω ότι ακόμα και αν κάποιος ήθελε να αλλάξει άρδην την εξωτερική πολιτική για μια χώρα, όπως οι ΗΠΑ, είναι εξαιρετικά δύσκολο. Από την άλλη πλευρά, ακόμα και αν κάποιοι στην Ευρώπη φοβόμαστε ότι αυτό μπορεί να συμβεί, αυτό που έχουμε να κάνουμε τώρα είναι να ορθώνουμε γέφυρες και όχι τείχη. Διότι, είμαστε λαοί που πορευόμαστε με κοινές αξίες και που έχουμε πολλά να κερδίσουμε από τη συνεργασία, την προώθηση αυτής της συνεργασίας και να αντιμετωπίσουμε μεγάλες παγκόσμιες προκλήσεις.

Πιστεύω, λοιπόν, ότι το επόμενο διάστημα δεν θα αλλάξουν πολλά πράγματα στη σχέση της ΕΕ και της Ελλάδας με τις ΗΠΑ. Γιατί αυτές είναι σχέσεις έχουν σφυρηλατηθεί κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες και έχουν σφυρηλατηθεί πάνω στις κοινές αξίες που πρεσβεύουν οι λαοί μας.

_a504180 _abf1154-1 _a504074-1 _a752055 _abf1077 _a751933 _a503979 _a503939 _a503825 _a751869 _a503758

Πηγή των φωτογραφιών Γ.Τ. Πρωθυπουργού | Andrea Bonetti

Διονύσιος Βούτος
Δημοσιογράφος
40 χρόνια στην δημοσιογραφία. Δημοσιογράφος ΕΡΤ
Back To Top